Τα πάντα για το SPA και τα παρελκόμενα του…

Τα πολλά πρόσωπα της Υπέρ-Βιταμίνης D και οι συνέπειες της έλλειψής της

Τα πολλά πρόσωπα της Υπέρ-Βιταμίνης D και οι συνέπειες της έλλειψής της

Τα τελευταία χρόνια ακούμε όλο και περισσότερο για το ρόλο της βιταμίνης D στον ανθρώπινο οργανισμό, που αποδεικνύεται τελικά πολλαπλός και εξαιρετικά σημαντικός.
Το μεγαλύτερο ποσοστό της βιταμίνης D, συντίθεται στο δέρμα μας, με την επίδραση της ηλιακής ακτινοβολίας σε πρόδρομη μορφή της βιταμίνης H διαιτητική πρόσληψη καλύπτει μόνο το 5-10% των απαιτήσεων των περισσοτέρων ανθρώπων.
Ο βασικός ρόλος της, είναι ο μεταβολισμός του ασβεστίου και του φώσφορου στα οστά, που εξασφαλίζει την σωστή πυκνότητα των οστών μας. Έτσι η έλλειψη οδηγεί σε οστεοπενία , ραχίτιδα, κακή οδοντική υγεία, οστεοπόρωση.
Ωστόσο, πέρα από αυτή τη δράση, η βιταμίνη D φαίνεται να είναι σημαντική και για άλλες λειτουργίες του οργανισμού.
Δρα περισσότερο ως ορμόνη, αφού είναι πρόδρομος μιας από τις ορμόνες που συμμετέχει στη διατήρηση των φυσιολογικών επιπέδων του ασβεστίου και τη ρύθμιση του κυτταρικού πολλαπλασιασμού και της διαφοροποίησης. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η βιταμίνη D μειώνει τον κίνδυνο για καρκινογένεση και πολλαπλασιασμό καρκινικών κυττάρων.
Επιπλέον, η βιταμίνη D φαίνεται να επιδρά στο ανοσοποιητικό σύστημα, καθώς ρυθμίζει τη λειτουργία των λεμφοκυττάρων, την παράγωγη αντισωμάτων και άλλων προστατευτικών ανοσολογικών μηχανισμών. Τελευταία, γίνεται αρκετή συζήτηση για την εμπλοκή της βιταμίνης (έλλειψη) στην ανάπτυξη αλλεργιών και αυτόνομων νοσημάτων, όπως ο διαβήτης τύπου Ι.
Τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D, συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο για καρδιαγγειακά αλλά και νευρολογικά νοσήματα, όπως η σκλήρυνση κατά πλάκας, σχιζοφρένεια, κατάθλιψη φάσμα αυτιστικών διαταραχών . Η έλλειψη βιταμίνης D στη μητέρα μπορεί να δημιουργήσει πρόβλημα στην ομαλή ανάπτυξη του νευρικού συστήματος του παιδιού.
Ειδικότερα στα παιδιά, στη χώρα μας, τα τελευταία χρόνια, παρά την απεριόριστη ηλιοφάνεια, έχει διαπιστωθεί προς έκπληξη όλων μας, σημαντική ανεπάρκεια ή και έλλειψη βιταμίνης D. Από τις ηλικιακές ομάδες που μελετήθηκαν, μεγαλύτερη έλλειψη βρέθηκε στην ομάδα 15-18 ετών ( 47% είχαν έλλειψη βιταμίνης) .
Αυτό αποδίδεται στη διατροφή, στο σκουρότερο μεσογειακό χρώμα δέρματος όπου η μελανίνη εμποδίζει τη δράση της ηλιακής επίδρασης στη σύνθεση της βιταμίνης στο δέρμα, στο σύγχρονο τρόπο ζωής των παιδιών με τις περιορισμένες δραστηριότητες σε εξωτερικούς χώρους, στην υπερβολική χρήση αντηλιακών , καθώς και σε ενδογενή αίτια διαταραχής του μεταβολισμού της βιταμίνης.
Τα παχύσαρκα παιδιά, αποθηκεύουν την βιταμίνη D στον λιπώδη ιστό και την καθιστούν μη βιοδιαθέσιμη.
Σχετικά με τις έγκυες , τα νεογέννητα και τα μικρά βρέφη μελέτες επίσης, έδειξαν, ότι το 19,5% των μητέρων και το 8,1% των νεογνών που εξετάστηκαν παρουσιάζουν έλλειψη της βιταμίνης. Ο θηλασμός δεν εξασφαλίζει δυστυχώς ικανοποιητική πρόσληψη στο βρέφος γι αυτό και συστήνεται χορήγηση εξωγενώς της βιταμίνης.
Οι πήγες της βιταμίνης διατροφικά βρίσκονται στα λιπαρά ψάρια (σολομός, σαρδέλες, σκουμπρί, τόνος) , στα αυγά (κροκός) στα εμπλουτισμένα γαλακτοκομικά, δημητριακά και χυμό πορτοκαλιού. Τα συμπληρώματα βιταμίνης συστήνονται με ιατρική συμβουλή και στα παιδιά ιδιαίτερα, οι δόσεις δίνονται βάσει της έλλειψης που ανιχνεύεται.
Σκευάσματα μουρουνέλαιου δεν συστήνονται λόγω της υψηλής συγκέντρωσης σε βιταμίνη Α που περιέχουν και της πιθανής τοξικότητάς της.
Άννα Παρδάλη -Παιδίατρος
Αρθρο από eumedline.eu